Τα κριτήρια ώστε ένα φύλλο να θεωρείται παιγμένο από έναν αμυνόμενο και από τον εκτελεστή είναι αρκετά διαφορετικά.
Ένα φύλλο ενός αμυνόμενου θεωρείται παιγμένο όταν είναι δυνατόν να το έχει δει ο συμπαίκτης του. Το ερώτημα δεν είναι αν ο συμπαίκτης το είδε, αλλά μόνο αν ήταν δυνατόν να το είχε δει. Αυτό σημαίνει ότι αν τόσο ο εκτελεστής όσο και ο μορ έχουν δει την όψη του φύλλου, τότε είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα ήταν ορατό και από το συμπαίκτη.
Για τον εκτελεστή, ο τρόπος με τον οποίο εκθέτει το φύλλο του είναι πολύ σημαντικός. Στον εκτελεστή επιτρέπεται να ανακαλύψει ότι απέσπασε λάθος φύλλο από το χέρι του και να προσπαθήσει να το αποσύρει. Ένα τέτοιο φύλλο δεν είναι κατ’ ανάγκη παιγμένο, ακόμη κι αν έχει γίνει ορατό από έναν ή και τους δύο αμυνόμενους. Η προσέγγιση του φύλλου στο τραπέζι και η απόσυρση του στην ίδια κίνηση επίσης δεν το καθιστά παιγμένο. Ο ορισμός για το παιγμένο φύλλο του εκτελεστή πληρείται μόνο από τη στιγμή που το φύλλο αφεθεί πάνω στο τραπέζι.
Η επιλογή της αλλαγής ενός προσδιορισμένου φύλλου από το μορ περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου ο εκτελεστής έχει ονομάσει το φύλλο. Αν έχει παίξει το φύλλο ακουμπώντας το ή τοποθετώντας το σε θέση παιγμένου πάνω στο τραπέζι, το φύλλο δε μπορεί να αλλαχτεί. Οι συνθήκες είναι συγκρίσιμες με αυτές του Νόμου 25Α. Ο εκτελεστής δε μπορεί ούτε για μια στιγμή να έχει σκεφτεί να παίξει το φύλλο και ο άξονας του εκτελεστή δεν θα πρέπει να έχει παίξει φύλλο στη συνέχεια.
Ο λόγος για τη διαφορά στη διατύπωση είναι ότι η αγορά εξελίσσεται σε απόλυτη περιστροφή, ενώ το παίξιμο σε κάθε λεβέ ξεκινάει με το νικητή της προηγούμενης. Είναι λοιπόν πιθανό ότι ο μορ μπορεί να παίξει δύο φύλλα στη σειρά χωρίς ο εκτελεστής να έχει παίξει φύλλο ενδιάμεσα.
Σαφώς ένας αμυνόμενος μπορεί να αποσύρει ένα φύλλο που είχε παίξει μετά τον ακούσιο προσδιορισμό και πριν επιστηθεί η προσοχή σε αυτόν. Η πληροφορία για την κατοχή ενός τέτοιου φύλλου είναι αθέμιτη για τον εκτελεστή.
Ο Νόμος αυτός μας λέει ότι είναι πιθανόν να μπορούν να αποσυρθούν πέντε φύλλα στην περίπτωση που ο μορ παίξει ένα φύλλο που δεν προσδιορίστηκε από τον εκτελεστή. Αυτό συμβαίνει επειδή το παίξιμο πρέπει να διορθωθεί αν επιστηθεί η προσοχή σε αυτό προτού και οι δύο άξονες παίξουν φύλλο στην επόμενη λεβέ. Ο εκτελεστής ζητάει ένα φύλλο από το μορ, αλλά ένα λάθος φύλλο παίζεται· η λεβέ ολοκληρώνεται και η έξοδος για την επόμενη λεβέ τοποθετείται στο τραπέζι. Αν ο εκτελεστής διαπιστώσει τώρα το λάθος, επιτρέπεται να παίξει το φύλλο που ήθελε από το μορ.
Ο Διαιτητής οφείλει να εξηγήσει με προσοχή στον ΑΣΔ ότι αν δεν αλλάξει το φύλλο του, ούτε στον εκτελεστή θα επιτραπεί να αλλάξει αυτό που έπαιξε προηγουμένως στη λεβέ. Ο ΑΣΑ ωστόσο θα μπορεί πάντα να αποσύρει το αρχικό του φύλλο και να το αντικαταστήσει με κάποιο άλλο, άσχετα από τις ενέργειες του συμπαίκτη του και του εκτελεστή. Παρόλο που οι νόμοι δεν το αναφέρουν ρητά, το φύλλο της εξόδου στην επόμενη λεβέ μπορεί να αποσυρθεί.
Από τη στιγμή που ο άξονας του εκτελεστή θεωρείται ο υπαίτιος άξονας, η πληροφορία που πηγάζει από την απόσυρση οποιουδήποτε φύλλου από κάποιον αμυνόμενο είναι αθέμιτη για τον εκτελεστή (σύμφωνα με την αναφορά στον Νόμο 16Γ).
Οι νόμοι δεν είναι πλέον σιωπηλοί για την περίπτωση που ο εκτελεστής δεν αντιληφθεί έγκαιρα ότι ο μορ δεν ακολούθησε την οδηγία του και αντ’ αυτού έπαιξε λάθος φύλλο, με το «έγκαιρα» να σημαίνει: πριν και οι δύο άξονες παίξουν στην επόμενη λεβέ. Τώρα η λεβέ παραμένει ως έχει και η εκτέλεση συνεχίζεται, χωρίς κανένα φύλλο να αποσύρεται. Όταν η έξοδος ήταν από το μορ, όποιος παίκτης δεν ακολούθησε το χρώμα θεωρείται ότι υπέπεσε σε ρενόνς, αλλά μόνο εφόσον είχε στην κατοχή του φύλλο του ίδιου χρώματος όπως αυτό που «παίχτηκε» από το μορ. Ο Διαιτητής, αν κληθεί να επανορθώσει μια τέτοιου είδους ανωμαλία, εφαρμόζει το Νόμο 64Α όταν ο εκτελεστής είναι ο παίκτης που υποπίπτει στη ρενόνς, αλλά τον Νόμο 64Γ1 αν ο παίκτης που υπέπεσε στη ρενόνς είναι αμυνόμενος.
Όταν εφαρμόζει την τελευταία πρόταση του Νόμου 45ΣΤ, ο Διαιτητής δεν πρέπει να αποφασίσει αυτόματα ότι οι αμυνόμενοι ζημιώθηκαν αν το υποδειχθέν φύλλο θα είχε παιχθεί από τον εκτελεστή ούτως ή άλλως, ή για να τεθεί πιο αυστηρά: αν ο εκτελεστής δεν είχε λογική εναλλακτική για το παίξιμο που επέλεξε.
The criteria for a card to be deemed played by a defender and by declarer are quite different.
A card from a defender is deemed to be played when it is possible that his partner has seen it. The question is not whether his partner did see it, only whether it was possible that he could have seen it. This means that if both declarer and dummy have seen the face of the card, then it is almost certain to have also been visible to partner.
For declarer the manner in which he exposes the card is very important. Declarer is allowed to discover that he detached the wrong card from hand and attempt to retract it. Such a card is not necessarily played, even if it has become visible to one or both of the defenders. Bringing the card to the table and retracting it in the same movement also does not make it ‘played’. The definition of a declarer’s played card is only fulfilled at the moment when the card comes to rest.
The option to change a designated card in dummy is restricted to cases where declarer has named the card. If he has played the card by touching it or by placing it in a played position on the table, the card cannot be changed. The conditions are comparable with those in Law 25A. Declarer must not for even the shortest possible moment have considered playing the card, and the declaring side must not have played a card thereafter.
The reason for the difference in wording is that the bidding proceeds in strict rotation, while the play to every trick starts with the winner of the previous trick. It is thus possible that dummy could play two cards in a row without declarer playing a card in between.
Clearly a defender may withdraw a card he has played after the unintended designation and before attention is drawn to it. The information from such a card is unauthorized to declarer.
This law tells us that it is possible that five cards may have to be withdrawn in the case where dummy plays a card that declarer did not designate to be played. That is because the play must be corrected if attention is drawn to it before both sides have played to the following trick. Declarer calls for a card from dummy, but a wrong card is played; the trick is completed and the lead to the next trick is put on the table. If declarer now notices the mistake he is allowed to play the intended card from dummy.
The TD should carefully explain to RHO that if he does not change his card, neither will declarer be allowed to change the card he previously played to the trick. LHO will however always be allowed to withdraw his original card and substitute another, irrespective of the actions of his partner and declarer. Though the laws don’t mention it explicitly, the card led to the next trick can be retracted.
Since the declaring side is considered to be offending, information arising from any card withdrawn by a defender is unauthorised to declarer (as per the reference to Law 16C).
The laws are no longer silent about the situation where declarer does not notice in time that dummy failed to follow his instruction and instead played a wrong card; ‘in time’ being before both sides have played to the next trick. Now the trick stands and play continues, no card being withdrawn. When the lead was from dummy, any player who did not follow suit is now considered to have revoked, but only if they possessed a card of the same denomination as that ‘played’ by dummy. The TD, if called upon to rectify this type of irregularity, applies Law 64A when declarer is the revoking player, but 64C1 when the revoking player is a defender.
When applying the last sentence of Law 45F the TD should not automatically decide that the defenders are damaged if the suggested card would have been played by declarer anyway, or more strictly stated: if declarer did not have a logical alternative for the play he chose.